- ορνιθολόγος
- -ο (Α ὀρνιθολόγος, -ον)νεοελλ.(το αρσ. και το θηλ. ως ουσ.) ο, η ορνιθολόγοςεπιστήμονας ο οποίος ασχολείται συστηματικά με τα θέματα που αφορούν τα πουλερικάαρχ.αυτός που ασχολείται με τα πτηνά.[ΕΤΥΜΟΛ. < ὄρνις, -ιθος + -λόγος*].
Dictionary of Greek. 2013.